Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

ΕΙΠΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΠΟΤΕ ΕΔΩ





Της Διώνης Δημητριάδου

Το παράδοξο των αντιθέσεων εισβάλλει ορμητικά στον ποιητικό λόγο του Σταύρου Σταυρόπουλου. Και διεκδικεί τη θέση του στη θέαση του κόσμου. Λέξεις που σε αιφνιδιάζουν, με σκληρό περίβλημα, το οποίο είναι έτοιμο να αυτοκαταργηθεί, μόλις υποψιαστείς πως η ουσία δεν είναι οι λέξεις (ποτέ δεν ήταν) αλλά το σώμα που εμπεριέχουν αυτές.

Αυτή η ποίηση έχει σώμα

Εύκολα το προσδιορίζεις συλλέγοντας σκηνές από πάλλοντα ερωτικό σπασμό, εντοπίζοντας και απομονώνοντας λέξεις με το φορτίο του πάθους. Ωστόσο, δεν είναι ερωτική ποίηση παραδόξως. Τουλάχιστον με τον τρέχοντα κοινό ορισμό της. Εκεί που πας να παρασυρθείς από τη σκηνοθεσία του ποιητή (απόλυτη στις σκηνικές επιταγές της) αντιλαμβάνεσαι αίφνης ότι ο θίασος επί σκηνής (αυτός των δύο ατόμων) σε οδηγεί έξω από τα θεατρικά δρώμενα, σε μια άλλη όψη της ζωής. Το σώμα, επομένως, θα πρέπει αλλού να αναζητηθεί. Στο βάρος των εικόνων, στην αίσθηση της αφής (παντοδύναμη αυτή έτσι κι αλλιώς) που διατρέχει το διάβασμά σου. Μια ποίηση που την αγγίζεις, όχι μόνον γιατί σου φέρνει αναπόφευκτα στον νου δικά σου πράγματα, αλλά κυρίως γιατί κατορθώνει να σου δείξει περίοπτα τον κόσμο του ποιητή.

Αυτή η ποίηση έχει όραμα

Ενώ, όμως, μοιάζει να πατάει γερά σ’ αυτόν τον κόσμο, ξαφνικά ανατρέπει τα δεδομένα της και σε οδηγεί έξω απ’ αυτόν. Η ποίηση αυτή, λοιπόν, έχει και όραμα. Αρνούμενη αυτό που βλέπει γύρω της, ψάχνει την αλήθεια μιας επόμενης κοσμικής εικόνας. Με κυρίαρχη τη μορφή της γυναίκας. Μα, πώς μπορεί να γίνει αυτό; Ήδη οι οριοθετήσεις με βάση το φύλο διαμορφώνουν την εικόνα του κόσμου, λειτουργούν πίσω από τις λέξεις που χρησιμοποιούμε με τη σαφή πρόταξη του αρσενικού στη δομή της σκέψης μας (καθοδηγούμενη σοφά από τη γραμματική-αρωγό κάθε ανισότητας) και με την ερωτική πράξη να αποδεικνύει κάθε φορά την απόλυτη κυριαρχία του ανώτερου αρσενικού. Ή μήπως δεν είναι έτσι ακριβώς;

Αυτή η ποίηση έχει άποψη

Συνειδητοποιείς την ανατροπή των όρων, μια έσωθεν προερχόμενη ανακατάταξη. Μια αναμέτρηση με τα υπάρχοντα στερεότυπα, που η ίδια η φύση αρνείται. Γιατί, όπως φαίνεται, ο κόσμος έχει θηλυκή φύση. Μια διαδικασία γέννησης του καινούργιου που υλοποιείται μόνον μέσω του θηλυκού μηχανισμού. Εκεί η φύση τελειούται, ολοκληρώνει τον σκοπό της, που εμπεριέχεται -κατά το αριστοτελικό- στην αρχική ιδέα ή γενεσιουργό αιτία. Ο στόχος είναι και η εμπεριεχόμενη σ’ αυτόν εκπλήρωση του στόχου, ένα και το αυτό. Αυτή η θηλυκή παρουσία στα ποιήματα αποδεικνύεται κυρίαρχη, τουλάχιστον στη σκέψη του ποιητή. Σαν μια γυναίκα ή πολλές γυναίκες, χωρίς αυτό να έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού περισσότερο λειτουργεί σαν μια εικόνα αρχετυπική που κυκλώνει τον άνδρα/ποιητικό υποκείμενο από παντού. Πότε έχει όνομα, πότε είναι η γυναίκα σύμβολο της αχαλίνωτης ερωτικής επιθυμίας, που δεσπόζει στη συνεύρεση, πότε πάλι η απουσία της είναι τόσο δυνατή και εμφανής σαν παρουσία. Σε όλες τις περιπτώσεις είναι συνυφασμένη με το μυστήριο. Μια κρυπτική φύση που αφήνει αναγνώσιμα ίσως μόνο τα σημάδια της συνουσίας για τον αρσενικό σύντροφο, που μέσα απ’ αυτά ερμηνεύει τη συνολική παρουσία/απουσία. Αρκούν όμως αυτά; Ή, για να τεθεί καλύτερα το ερώτημα, αυτή η συνουσία μήπως πράγματι αποκαλύπτει τον κόσμο της γυναίκας, αλλά μόνο για όποιον επικεντρώσει το βλέμμα του σ’ αυτά όχι για το εμφανές αλλά για το -απείρως βαθύτερο- δυσδιάκριτο;

«Ό,τι κι αν κάνω
Δεν θα μάθω ποτέ
Πώς νιώθει κάποια σαν κι εσένα
Με ολόκληρο ζωολογικό κήπο μέσα της
Θαμπά μεσάνυχτα
Στο κέντρο μιας πόλης
Γεμάτης κάγκελα
Και με κατεβασμένο το εσώρουχο»

Ποίηση της απουσίας

Η ποίηση αυτή εμπεριέχει την απουσία, την εξαφάνιση. Μιας γυναίκας; Της γυναίκας; Των ανθρώπων; Του κόσμου, όπως τον ξέρουμε; Ο τίτλος της συλλογής σ’ αυτό παραπέμπει. Μια πράξη εξαφάνισης, η οποία μπορεί να έχει συντελεσθεί ήδη, οπότε ο ποιητής τη βιώνει και την καταγράφει, ή αλλιώς πρόκειται να συντελεσθεί με τη συμβολή του. Η εξαφάνιση και ακολούθως η εμφάνιση του νέου, ο επαναπροσδιορισμός του κόσμου.

Η αφορμή

Και μόνον ένα από αυτά να ισχύει, μορφοποιεί την αφορμή του λόγου. Η ποίηση αυτή μας δείχνει και τη διαδικασία της δημιουργίας της, άρα εν μέρει είναι και αυτοαναφορική. Μήπως, λοιπόν, όλο αυτό ήταν η διαδικασία υλοποίησης του ποιητικού και όχι του κοσμικού οράματος; Συχνά το συναντάμε αυτό στην ποίηση, η αφορμή δηλαδή να διεκδικεί ίσο μερίδιο στον χώρο με το αποτέλεσμα-ποίημα – όσο φυσικά μπορούμε να εισχωρήσουμε στην απολύτως προσωπική αρχική ιδέα. Ίσως εδώ να ισχύει αυτό. Τουλάχιστον ο ποιητής δίνει τα έναυσμα για μια τέτοια σκέψη:



«Είπα σε όλους πως δεν ήσουν ποτέ εδώ
Πως ήσουν ένα φανταστικό πρόσωπο
Ιδέα για βιβλίο
Σενάριο
Κινηματογραφική ταινία
Τους είπα πως δεν υπήρχες
Επειδή μόνο εσύ υπήρχες για μένα
Πριν τώρα και πάντοτε»

Η ποιητική αλήθεια

Ταυτόχρονα όμως, με τους παραπάνω στίχους, αυτοαναιρείται ως απλός δημιουργός του ποιήματος που χρησιμοποιεί (και καταχράται ενδεχομένως) το πρόσωπο ή το γεγονός ως αφορμή για το ποίημα, το οποίο πλέον καθίσταται αυτοσκοπός. Άρα, τι ισχύει εδώ; Η αλήθειατου ποιητή, η ειλικρινής του πρόθεση να μιλήσει γι’ αυτό που αρνείται και γι’ αυτό που επιθυμεί. Αυτό ισχύει και υπερισχύει. Το σκηνικό είναι μια ευφάνταστη τεχνική που επιτρέπει τη θέαση του κόσμου του. Όλη η ουσία βρίσκεται στην ικανότητα του αναγνώστη να δει πίσω από τη σκηνοθεσία, πίσω από το σενάριο, πίσω από το ποίημα. Την οραματική εικόνα του κόσμου.
Αν φυσικά δεχθούμε ότι ενδιαφέρει η θέση του αναγνώστη. Ανοιχτό ένα τέτοιο θέμα, δεν είναι καινούργιος ο προβληματισμός. Επανέρχεται κάθε φορά που η ποίηση προβληματίζει ως προς την ευθύβολη σχέση της με τον αποδέκτη της. Γιατί, παρά την οραματική του διάσταση (ένα όραμα πάντοτε διεκδικεί τη συμμετοχή του άλλου) μοιάζει απολύτως μοναχικός ο λόγος.

«Όταν σε περικυκλώνει η στάχτη
Το μόνο που έχεις
Είναι να κρεμάσεις τον επόμενο κόσμο
Στην πλάτη σου
Και να προχωρήσεις»

Το ενδιαφέρον από εδώ και πέρα εντοπίζεται στη διάθεση του αποδέκτη/αναγνώστη να συμπορευτεί με τον ποιητή.

Το ποιητικό υγρό τοπίο

Οι πέντε εποχές στις οποίες χωρίζεται η ποιητική συλλογή προσδίδουν στον λόγο την υγρασία που απαιτείται για να κυλήσουν οι λέξεις απρόσκοπτα. Μπορεί μόνο η Εποχή της Βροχής να παραπέμπει σε υγρό τοπίο, ωστόσο και οι υπόλοιπες είναι ποτισμένες ως το κόκαλο από το πρωταρχικό αυτό στοιχείο της ζωής. Ακόμα και η Εποχή της Πέτρας καθόλου δεν θυμίζει ξηρασία. Το νερό, το πρώτο περιβάλλον του ανθρώπου, σταθερή αναφορά της μνήμης του, που τον επαναφέρει στην αρχική μήτρα; Μια ανακύκλωση των δεδομένων μας ή μήπως μια ροή ακατάπαυστη που θα ξαναδώσει στη ζωή νόημα αφήνοντας πίσω ό,τι σάπιο και ρυπαρό;

Η ποίηση των αντιθέσεων

Στην προμετωπίδα επιλέγω από τις δύο υπομνήσεις του ποιητή τη σκέψη του Γιώργου Χειμωνά (η άλλη από την Ελένη του Ευριπίδη): «Είδα ολόκληρη την ζωή μου να τρέχει προς τα εμπρός. Προς έναν τοίχο από φως. Ξεψύχησα πάνω στο φως. Στους αιώνες έμεινα εκεί φωτισμένος πεθαμένος». (Γιώργος Χειμωνάς, Ο εχθρός του ποιητή)
Δεν γνωρίζω τον συνειρμό που προκάλεσε αυτή τη συνύπαρξη, όμως με το δικαίωμα που μου δίνεται από την αναγνωστική (άρα οιονεί συμμετοχική) ιδιότητα, φέρνω στον νου τη φράση του Άγγελου Σικελιανού, έτσι όπως την ενσωματώνει ο Γιώργος Σεφέρης στις Δοκιμές του: «η μόνη μέθοδο είναι ο θάνατος!» (Δοκιμές, τόμος β, «Άγγελος Σικελιανός»). Πρόκειται για την ίδια αντίθεση ανάμεσα στους δύο πόλους που ο άνθρωπος αναγνωρίζει, τη ζωή και τον θάνατο (αγνοώντας αυτό που προηγείται και αυτό που έπεται), είτε μιλά ο Σικελιανός είτε ο Χειμωνάς είτε ο ποιητής μας εδώ. Και πάνω σ’ αυτή τη σύνθεση των αντιθέτων δομεί την ποίησή του.

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
Περιοδικό BookPress
11.3.2017

link δημοσίευσης

Δεν υπάρχουν σχόλια: